Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013

οι δρακοι

Οταν ημουνα μικρη εφτιαχνα ιστοριες με δρακους κι ανεμομυλους για να ξορκιζω τους δρακους που με περιτριγυριζαν και να νιωθω  την ανασα καποιου διπλα μου, εστω κι αν ηταν ενος δρακου. Η μοναξια γινοταν πιο εντονη τα βραδια, οταν ολοι κουκουλωνονταν κατω απο τα σκεπασματα τους. Οταν εκλειναν τα φωτα ηταν η ωρα που οι σκιες επαιρναν τις μορφες τερατων που με τις διχαλωτες τους γλωσσες με τυλιγαν και ακουγα τις φωνες τους να στριγγλιζουν μεσα στην ησυχια. Κανενας ομως δεν εδειχνε να τις ακουει. 

Εκτος απο τους δρακους που ερχονταν κουνωντας τα φτερα τους που ετριζαν επικινδυνα. Εκεινοι δε με τρομαζαν, παροτι τα ρουθουνια τους ετουλουμιζαν καπνο και μερικες φορες φλογες. Ηταν πλασματα που μου εμοιαζαν. Δεν ειχαν παρεες και οι φιλοι τους ηταν λιγοι και εμεναν παντα μακρια. Περνουσαν σχεδον ολη τη μερα μονοι τους. Ποτε σκαλιζαν τα λιβαδια για να βρουν κανενα  σημαδι ζωης να παιξουν μαζι  του, ποτε πετουσαν κοιτωντας κατω απο τα ποδια τους τη γη να συνεχιζει να ζει με τους δικους της ρυθμους. Ανεβαινα στην πλατη τους και εκλεινα τα ματια κι εβλεπα ομορφα χρωματα και ακουγα ηχους που μονο πανω σ ενα δρακο μπορει κανεις ν ακουσει.

 Οταν μεγαλωσα καταλαβα οτι οι δρακοι της παιδικης μου ηλικιας ειχαν ονομα. Γυαλινοι μονοκεροι. Και η στιγμη της συνειδητοποιησης ηταν αυτη που αλλαξε  τη συνεχεια μιας απολυτα βαρετης ζωης. Παντα κατι συνεβαινε και καποιος ειτε μου ραγιζε ειτε μου εσπαγε κομματακια απο το γυαλινο μονοκερο μου. Τοτε καταλαβα πως ο κοσμος δεν ειναι για γυαλινα μικρα πλασματακια, απλα δεν ενδιαφερεται για τις ρωγμες που θα τους προκαλεσει, ουτε για το αν θα τα ραγισει. Αφηνεται να τα κοιταζει και με μια κινηση χαραζει πανω τους τα σημαδια του.

 Επιλεγεις να φευγεις απο την πραγματικοτητα. Να αποδρας σε αλλους κοσμους που φτιαχνεις, φανταστικους, γιατι εκει ολα  ειναι αλλιως. Γιατι εκει εσυ γραφεις και την αρχη και την ιστορια και το τελος. Ειναι το μονο μερος που νιωθεις απολυτα ελευθερος.  Μπορεις να επιλεξεις να εισαι ο,τι σου αρεσει. Την ιδια στιγμη βασιλισσα και Αλικη. Πανοπλια και φωτια.  Ενα πουπουλο κι ενας γυπας.

 Πισω στους φανταστικους σου κοσμους. Μονη. Ετσι κι αλλιως παντα μονη ησουνα. Ηξερες παντα να εμφανιζεις ενα προσωπειο στους απ εξω ωστε να μην καταλαβαινουν τι συμβαινει μεσα στο μυαλο σου και να νομιζουν οτι σε ξερουν τοσο καλα. Εσυ τους κοιτουσες, αυτοι νομιζαν οτι ησουν αυτο που εβλεπαν. Tο μυαλο σου την ιδια ωρα ταξιδευε στα δικα του πελαγη. Πισω στη μοναξια σου. Μην περιμενεις να το ακουσεις. Να ξερεις ποτε πρεπει ν αποσυρθεις απο τη σκηνη, αλλιως απλα καταντας γελοια. Κανεις δε θελει ν ακουει για τα φανταστικα σου γυαλινα ζωακια. Δεν υπαρχουν ουτε υπηρξαν. Κοιτα γυρω σου. Απλα γελανε. Ετσι κι αλλιως ποτε δεν αφεθηκες να ακουσεις τα καλα τους λογια, ουτε πιστεψες σ αυτα. Λογια ειναι που τα λεει κανεις απλα για να πει κατι. Κανεις δεν τα εννοει.

 Μαζεψε τα γυαλινα ζωακια, τα μουσικα κουτια σου και φυγε. Κρυψου πισω απο το προσωπειο. Δεν υπαρχει λογος να τα δειχνεις, ουτε να τα μοιραζεσαι. Ολα μοναχικα ειναι, συνηθισαν πια κι αυτα. Χαμογελα και δειξε παλι οτι δεν συμβαινει τιποτα και μονο το βραδυ οταν θα πεφτει το λυκοφως να κοιτας ψηλα στη δυση να ακουμπας το βλεμμα σ ενα αστερι και ν αφηνεις ενα δακρυ να κυλαει, βουβα, οπως συνηθισες τοσα χρονια. Κανεις δε θελει να βλεπει προσωπα που κλαινε. 

Βαλε τη μασκα σου και παμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

αστερόσκονη.....

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...