Mια φορα και δυο φεγγαρια, στην ακρη του χρονου, οπως την οριζουν οι παλιες ιστοριες που υφαινουν τα ξωτικα στο δασος της ομιχλης, ηταν μια νυχτοπεταλουδα.
Παγιδευμενη για παντα σ ενα γυαλινο μπουκαλι, που με δικη της θεληση αρχικα μπηκε, ταξιδευε τις θαλασσες του χαους μεσα στο μπουκαλι.
Η νυχτοπεταλουδα εψαχνε παντα να βρει... τι; κανεις δεν εμαθε. γιατι; απλα δεν την ρωτησε. πώς ενιωθε; κανεις δε νοιαστηκε να ρωτησει και να περιμενει ν ακουσει την απαντηση της.
Συναντησε πολλα καινουρια προσωπα, γνωρισε πολλα μερη. Μεχρι που αποφασισε να σπασει το γυαλινο μπουκαλι που τη φιλοξενουσε τοσα χρονια.
Θα μεινεις μονη σου, ακουστηκε μια φωνη. Θα ξεκοπεις απο οσα σε δενουν, μια αλλη. Δεν θα μπορεσεις να ξαναμπεις στο μπουκαλι σου αφου θα το εχεις σπασει, μια ακομη. Θα τραυματιστεις απο τα γυαλια, ειπε η πιο αποφασιστικη φωνη οταν την ειδε να χτυπαει με ολη της τη δυναμη τα τοιχωματα του μπουκαλιου.
Μ ενα ξαφνικο "σωπαστε" ολες σταματησαν και την ιδια στιγμη η νυχτοπεταλουδα επεφτε με ολη της τη δυναμη πανω στο πλευρικο τοιχωμα του μπουκαλιου κανοντας το να σπασει με δυναμη πανω σε αιχμηρα βραχια.
Το ασθενικο φως του ηλιου εκεινο το πρωινο τη βρηκε ματωμενη αναμεσα στα μυτερα βραχια μιας αποκρημνης ακτης και σε γυαλια που αλλα ειχαν μπηχτει βαθια στο κορμι της και αλλα της ειχαν χαρακωσει το προσωπο και τα μπρατσα.
- ετσι κι αλλιως, παντα μονη μου ημουν... απο παιδι, σκεφτηκε και εκλεισε τα ματια
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.
ΑπάντησηΔιαγραφή